Ο όρος «Διαταραχές Άρθρωσης» αναφέρεται στις δυσκολίες που σχετίζονται με την παραγωγή των ήχων της ομιλίας (φωνήματα) που επιμένουν μετά το πέρας της φυσιολογικής ηλικίας κατάκτησης αυτών των φωνημάτων. Στην πιο απλή μορφή τους οι διαταραχές άρθρωσης εμφανίζονται ως μια αδυναμία παραγωγής των φωνημάτων χρησιμοποιώντας τα όργανα της άρθρωσης (χείλη, γλώσσα, δόντια, υπερώα κ.α).
Ο λογοθεραπευτής εξετάζει τη λειτουργία των οργάνων της άρθρωσης (σιαγόνα, χείλη, γλώσσα, υπερώα, κ.α.) με έναν στοματοπροσωπικό έλεγχο. Ύστερα με ειδικές δοκιμασίες ελέγχει την άρθρωση για να εντοπιστούν οι δυσκολίες. Επιπλέον, κάνει έναν γενικό έλεγχο της επικοινωνίας και της γλωσσικής ανάπτυξης του παιδιού ώστε να δημιουργηθεί ένα πρόγραμμα αποκατάστασης προσαρμοσμένο στις ανάγκες του. Αφού ολοκληρωθεί η αξιολόγηση, ενημερωθούν οι γονείς και τεθούν οι στόχοι, ξεκινάει η αποκατάσταση των δυσκολιών.
Ο όρος «Φωνολογικές Διαταραχές» αναφέρεται σε μια κατηγορία διαταραχών κατά την οποία εμφανίζεται ένα φωνολογικό σύστημα που μοιάζει με εκείνο των παιδιών μικρότερης χρονολογικής ηλικίας. Δηλαδή μια ολόκληρη ομάδα ήχων δεν έχει κατακτηθεί σωστά και συνεπώς πολλοί ήχοι προφέρονται λανθασμένα ενώ δεν θα έπρεπε σύμφωνα με την χρονολογική ηλικία του παιδιού.
Ο λογοθεραπευτής αποκλείει άλλες πιθανές διαταραχές που μπορεί να έχουν τα ίδια ή παρόμοια συμπτώματα με τις φωνολογικές διαταραχές. Στη συνέχεια, αξιολογεί τη φωνολογική εξέλιξη του παιδιού με ειδικές δοκιμασίες και εντοπίζει τις απλοποιήσεις που κάνει το παιδί. Το είδος των απλοποιήσεων προσδιορίζει την ηλικία της φωνολογικής ανάπτυξης του παιδιού, όταν αυτή δε συμβαδίζει με τη χρονολογική του ηλικία παρεμβαίνει ο λογοθεραπευτής. Ένας γενικός έλεγχος της επικοινωνίας και της γλωσσικής ανάπτυξης του παιδιού είναι απαραίτητος ώστε να δημιουργηθεί ένα πρόγραμμα αποκατάστασης προσαρμοσμένο στις ανάγκες του. Αφού ολοκληρωθεί η αξιολόγηση, ενημερωθούν οι γονείς και τεθούν οι στόχοι, ξεκινάει η αποκατάσταση των δυσκολιών.